οσποδάρος

οσποδάρος
Τίτλος των ηγεμόνων της Μολδαβίας και Βλαχίας, ο οποίος διατηρήθηκε από τον 15o αι. έως την ίδρυση του ρουμανικού κράτους (1866), οπότε αντικαταστάθηκε από το δόμνος, δηλαδή πρίγκιπας ή ηγεμόνας. Ο τίτλος δόμνος διατηρήθηκε ως την ανακήρυξη της Ρουμανίας σε βασίλειο (1881).
* * *
και γοσποδάρος, ο
παλαιός τίτλος τών ηγεμόνων τής Μολδαβίας, τής Βλαχίας, τής Λιθουανίας και της Πολωνίας, συνώνυμος με το ρουμανικό ντομνιτόρ, ηγεμόνας, δεσπότης, αυθέντης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σλαβ. gospodar].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Χαντζερής — Επώνυμο φαναριώτικης οικογένειας που ήκμασε τον 17o αι. και μετά. Οι κυριότεροι εκπρόσωποί της ήταν: 1. Αλέξανδρος (1759 – 1854). Συγγραφέας. Διετέλεσε οσποδάρος της Μολδαβίας. Φιλικός, αναγκάστηκε τελικά να καταφύγει στη Μόσχα, όπου συνέχισε την …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”